Συμβατικές Υποχρεώσεις Δημόσιων Φορέων και Ανοικτά Δεδομένα

Η διάθεση ανοικτών δεδομένων δεν εξαρτάται μόνο από τον GDPR ή τη νομοθεσία περί πνευματικής ιδιοκτησίας, συχνά οι δημόσιοι φορείς δεσμεύονται από συμβάσεις που περιορίζουν τη χρήση και τη δημοσιοποίηση των πληροφοριών. Οι συμβατικές υποχρεώσεις δημιουργούν ένα επιπλέον πλέγμα νομικών περιορισμών, το οποίο πρέπει να λαμβάνεται σοβαρά υπόψη πριν την ανοικτή διάθεση δεδομένων.

1. Η νομική φύση των συμβατικών δεσμεύσεων Κάθε δημόσιος φορέας μπορεί να έχει συνάψει συμβάσεις με ιδιωτικούς προμηθευτές, ερευνητικά ιδρύματα ή διεθνείς οργανισμούς. Οι συμβάσεις αυτές περιέχουν συχνά ρήτρες εμπιστευτικότητας, περιορισμούς διάδοσης, καθώς και ειδικές προβλέψεις για την πνευματική ιδιοκτησία των δεδομένων που παράγονται. Με βάση το αστικό δίκαιο (ΑΚ άρθρα 361 επ.), οι συμβατικοί όροι δεσμεύουν τα μέρη και η παραβίασή τους γεννά ευθύνη αποζημίωσης. Έτσι, αν ένας δημόσιος φορέας ανοίξει δεδομένα κατά παράβαση συμβατικής ρήτρας, μπορεί να εναχθεί από τον αντισυμβαλλόμενο.

2. Παραδείγματα συμβατικών υποχρεώσεων

  • Συνεργασίες με ιδιώτες: Ένα υπουργείο αναθέτει σε εταιρεία μελέτη για τις μεταφορές, η εταιρεία συλλέγει δεδομένα κίνησης και η σύμβαση προβλέπει ότι τα δεδομένα ανήκουν στον ανάδοχο και δεν μπορούν να δημοσιευτούν χωρίς συναίνεση.

  • Ερευνητικά προγράμματα: Σε έργα που συγχρηματοδοτούνται από την ΕΕ, συχνά η κοινοπραξία ορίζει ότι τα δεδομένα χρησιμοποιούνται μόνο για επιστημονικούς σκοπούς και υπόκεινται σε περιορισμούς διάθεσης.

  • Διακρατικές συνεργασίες: Πληροφορίες που παρέχονται στο πλαίσιο συνεργασίας με διεθνείς οργανισμούς (π.χ. NATO) συνοδεύονται από αυστηρές ρήτρες εμπιστευτικότητας.

  • Συμβάσεις πληροφορικής: Δεδομένα που φιλοξενούνται σε πλατφόρμες ιδιωτών μπορεί να υπόκεινται σε όρους χρήσης που απαγορεύουν την ανοικτή δημοσίευση.

3. Σύγκρουση με την υποχρέωση ανοικτότητας Η Οδηγία 2019/1024 (Open Data Directive) και ο ελληνικός Ν. 4305/2014 για την ανοικτή διάθεση δημοσίων εγγράφων προβλέπουν γενική υποχρέωση διάθεσης, αλλά εξαιρούν ρητά τις περιπτώσεις όπου υφίστανται συμβατικοί περιορισμοί. Επομένως, ένας φορέας δεν υποχρεούται να ανοίξει δεδομένα που δεν του ανήκουν ή που δεσμεύονται από σύμβαση. Αντίθετα, έχει καθήκον να σεβαστεί τη δέσμευσή του, διαφορετικά, εκτίθεται σε νομικούς κινδύνους.

4. Διαχείριση συμβατικών υποχρεώσεων

Για να αποφευχθούν παραβιάσεις, απαιτείται:

  • Καταγραφή πηγών δεδομένων: κάθε dataset πρέπει να συνοδεύεται από metadata που αναφέρουν ποιος είναι ο κάτοχος και αν υπάρχουν περιορισμοί.

  • Νομικός έλεγχος συμβάσεων: πριν από τη διάθεση, το νομικό τμήμα του φορέα πρέπει να εξετάζει όλες τις συμβάσεις.

  • Συμπερίληψη ρητρών ανοικτότητας σε νέες συμβάσεις: όταν συνάπτονται νέες συνεργασίες, οι φορείς πρέπει να επιδιώκουν ρήτρες που να επιτρέπουν την ανοικτή διάθεση των δεδομένων.

  • Διαβαθμισμένη πρόσβαση: σε περιπτώσεις όπου οι συμβάσεις το απαγορεύουν, τα δεδομένα μπορούν να διατεθούν υπό όρους (π.χ. μόνο σε ερευνητές, μέσω ειδικών αδειών).

5. Νομικές συνέπειες παραβίασης

Η παραβίαση συμβατικών υποχρεώσεων μπορεί να οδηγήσει σε:

  • Αστικές αγωγές αποζημίωσης.

  • Καταγγελία της σύμβασης και αποκλεισμό από μελλοντικές συνεργασίες.

  • Απώλεια χρηματοδοτήσεων, ιδιαίτερα σε ερευνητικά προγράμματα.

  • Δυσφήμιση του φορέα, που υπονομεύει την αξιοπιστία του στη διεθνή συνεργασία.

Συμπέρασμα

Οι συμβατικές υποχρεώσεις αποτελούν έναν από τους βασικότερους περιορισμούς στην πολιτική ανοικτών δεδομένων. Οι φορείς οφείλουν να ελέγχουν εξονυχιστικά τις συμβάσεις τους, να εντοπίζουν τις δεσμεύσεις και να επιδιώκουν συμβατικούς όρους που ευνοούν την ανοικτότητα. Μόνο με αυτόν τον τρόπο εξασφαλίζεται ότι τα ανοικτά δεδομένα προάγουν τη διαφάνεια και την καινοτομία χωρίς να παραβιάζουν συμφωνημένες δεσμεύσεις.

Last updated